Σάββατο 28 Μαΐου 2011

Η απελευθέρωση της Εύβοιας θα εορτασθεί στην Κύμη.

            Η επανάσταση του 1821 είναι ένα γεγονός που δεν μπορεί να συλλάβει εύκολα η φαντασία του ανθρώπου. Η Διεθνής κοινότητα της εποχής έμεινε έκπληκτη με το ξεκίνημα της επανάστασης. Πώς δηλαδή είναι δυνατό μερικές χιλιάδες φτωχών, ρακένδυτων και ελαφρά οπλισμένων ραγιάδων, να τα βάλουν με μια πανίσχυρη Αυτοκρατορία, όπως ήταν τότε η Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Δεν γνώριζαν όμως την ελληνική ψυχή και την απόφαση των επαναστατημένων ή να ζήσουν ελεύθεροι ή να πεθάνουν, «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Ή ΘΑΝΑΤΟΣ».
           Η κατάσταση που αντιμετώπιζαν οι Έλληνες από τον Τούρκο δυνάστη ήταν φρικτή και ασύλληπτη. Ο ‘Ελληνας δεν όριζε περιουσία, έδινε κεφαλικό φόρο και  ό,τι ζητούσε ο δυνάστης έπρεπε πρόθυμα να το προσφέρει. Οι βασανισμοί οι βιασμοί και σκοτωμοί ήταν σε ημερησία διάταξη. Στην περίοδο δε της επανάστασης ήταν μεγάλες οι εκατόμβες των αγωνιστών και του άμαχου πληθυσμού στην υπόθεση της λευτεριάς.



             Η στρατηγική σημασία της Εύβοιας ήταν γνωστή από την Αρχαιότητα. Ο βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος ο Β’ έλεγε: Εύβοια ‘εχω Ελλάδα κατέχω.
Αυτό το γνώριζαν καλά οι Τούρκοι, γιαυτό και οχύρωσαν καλά την Εύβοια και διατηρούσαν ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις στην περιοχή.
Αυτός ήταν και ο λόγος που έκανε δύσκολη την επανάσταση στην Εύβοια, αφού δεν υπήρχαν κλέφτικα καπετανάτα, δηλαδή ένοπλες οργανωμένες ομάδες, για να βοηθήσουν την επανάσταση.
Ένας άλλος λόγος που επηρέασε την επανάσταση στην Εύβοια, ήταν ότι δεν υπήρχαν πολλοί Ευβοείς μυημένοι στην Φιλική Εταιρεία, για να προετοιμάσουν την επανάσταση.
    
             Η Εύβοια ήταν διαιρεμένη σε τρία τμήματα.
1) Το βόρειο τμήμα με το Ξηροχώρι, το οποίο είχε ο Αλή Πασάς των Ιωαννίνων και το διοικούσε με Αλβανούς Μπέηδες.
2) Το κεντρικό τμήμα με την Χαλκίδα, το διοικούσε ο Αχμέτ Μπέης και 
3) Το νότιο τμήμα με την Κάρυστο, το διοικούσε ο Ομέρ Μπέης.

             Όταν ξεκίνησε η επανάσταση στις 25 Μαρτίου του 1821 στην Πελοπόννησο, οι Τούρκοι της Εύβοιας ανησύχησαν και συνέλαβαν και φυλάκισαν αρκετούς δημογέροντες, διέταξαν γενικό αφοπλισμό, αύξησαν την καταπίεση και δολοφόνησαν για εκφοβισμό πολλούς πατριώτες.
Στη συνέχεια ο Ρεσίτ Μπέης της Χαλκίδας στις 12 Απριλίου του 1821 συγκάλεσε σύσκεψη στο Διοικητήριο της Χαλκίδας, όπου συμμετείχαν, οι Δημογέροντες που είχαν συλληφθεί, και ο μητροπολίτης Ευρίπου Γρηγόριος Αργυροκαστρίτης. Αποφάσισαν εκτός των άλλων να συγκεντρώσουν τα όπλα από τα τρία τμήματα της Εύβοιας.
            Μεταξύ των δημογερόντων που είχαν συλληφθεί ήταν και οι δημογέροντες από την Κύμη: Δημήτριος Ιανννάκης, Νικόλαος Ζαχαρόπουλος, Ιωάννης Ζαχαρόπουλος, Ιωάννης Κων/νου Αστέρης και από τον Καστροβαλά ο Σταμάτιος Νικολάκης.
             Μετά από λίγες μέρες όμως οι κάτοικοι της Κύμης και των γύρω χωριών επιτέθηκαν σε αποσπάσματα των Τούρκων. Μετά από αυτά οι Τούρκοι έστειλαν  τους Κυμαίους δημογέροντες στην Κύμη και στην γύρω περιοχή για να καθησυχάσουν τον λαό, και κράτησαν ομήρους τον Ιωάννη Ζαχαρόπουλο και τον Σταμάτιο Νικολάκη, οι οποίοι υπέστησαν μαρτυρικό θάνατο, γιατί οι αποσταλέντες δημογέροντες αντί να καθησυχάσουν τον λαό τον προέτρεπαν σε εξέγερση.
           Μεγάλη ήταν η συμβολή του πρωτοσύγγελου του αρχιεπισκόπου Ευρίπου  Γρηγορίου, Μακάριου Βαρλαάμ, από τη Σκύρο. Ο Βαρλαάμ είχε οριστεί να συγκεντρώσει τον οπλισμό των Ελλήνων από την κεντρική Εύβοια, έχοντας μαζί του Τούρκους στρατιώτες. Ξεκίνησε τον αφοπλισμό από την Βάθεια, το Αλιβέρι και μετά στην Κύμη. Συγκέντρωσε λίγα και άχρηστα όπλα, κρυφά δε προέτρεπε τους κατοίκους να κρύψουν τα χρήσιμα όπλα και τους παρακινούσε για την εξέγερση. Κοντά στο χωριό Βάβουλα με δική του εισήγηση κάποιοι χωρικοί σκότωσαν τους Τούρκους που τον συνόδευαν, και ο ίδιος κατέφυγε στον Άγιο, που είχε σχηματιστεί το πρώτο Ευβοïκό στρατόπεδο. Από το στρατόπεδο αυτό εκδόθηκαν οι πρώτες πολεμικές προκηρύξεις, που έφεραν την υπογραφή του ίδιου και των οπλαρχηγών Νίκου Τομαρά, Γεωργίου Κλωτσοτύρη και Γεωργίου Ιατρού.

          Η επανάσταση στην Εύβοια ξεκίνησε στις 8 Μαΐου του 1821 στο Ξηροχώρι (έτσι λεγόταν η Ιστιαία), στις 17 Μαΐου  στη Λίμνη, τον Ιούνιο του 1821 στην Κύμη με αρχηγό τον Γεώργιο Παπά και τον Αύγουστο του 1821 στην Κάρυστο.

            Στις 27 Μαΐου του 1821 οι Έλληνες με αρχηγό τον Βερούση Μουστανά (εξάδελφο του Οδυσσέα Ανδρούτσου) προχώρησαν στα Πολιτικά Χαλκίδας. Αρχές Ιουνίου τους έκλεισε το δρόμο προς την Χαλκίδα το Τουρκικό Ιππικό. Στη θέση Βρωμούσα οι δικοί μας κινήθηκαν κατά της Χαλκίδας, ανοργάνωτοι όμως και απειροπόλεμοι όπως ήταν διασκορπίστηκαν στις πρώτες αψιμαχίες. Στην πεδιάδα του Βατόντα τους πρόφτασε το Τουρκικό Ιππικό και θα τους αποδεκάτιζε, αν δεν τους κάλυπτε με πυκνούς κανονιοβολισμούς ο πλοίαρχος Αλέξανδρος Κριεζής.

          Την αποτυχία αυτή οι Έλληνες την απέδωσαν στην ανικανότητα του αρχηγού Βερούση Μουστανά, και όρισαν νέο αρχηγό τον Λιμνιώτη Αγγελή Γοβιό, τον επονομαζόμενο «ΑΕΤΟ της ΕΥΒΟΙΑΣ».
           Ο Αγγελής Γοβιός ήταν εμπειροπόλεμος, γιατί υπηρετούσε στην Αυλή του Αλί Πασά των Ιωαννίνων. Είχε πολεμήσει και είχε διακριθεί στο Χάνι της Γραβιάς με τον Οδυσσέα Ανδρούτσο. Επίσης είχε νικήσει τους Τούρκους στα Βρυσάκια τον Ιούλιο του 1821. Χάθηκε όμως πολύ νωρίς σε ενέδρα των Τούρκων στις 26/3/1822.

            Τον Ιούνιο του 1821 επαναστάτησαν η Κύμη και οι γύρω περιοχές. Ο Ομέρ Μπέης κινήθηκε εναντίον της Κύμης, αλλά όταν έφτασε την βρήκε άδεια γιατί οι Κυμαίοι είχαν προλάβει να φύγουν. Ο Ομέρ έκαψε την Κύμη και συνέλεξε λάφυρα. Όταν κατέβηκε έφιππος στη Λειανή Άμμο πυροβολήθηκε από το πλοίο του Σταματίου Αστέρη, αλλά ατυχώς η βολή πέτυχε το άλογο και όχι τον ίδιο. Μετά από αυτά ο Ομέρ στρατοπεδευσε στο Οριό. Οι Κυμαίοι με άλλους επαναστάτες της Καρυστίας έδωσαν μάχη με τον Ομέρ  στο χωριό Λόκα, όπου διαλύθηκε το Ελληνικό τμήμα. Ο Ομέρ έκαψε το χωριό Λόκα και τις θυμωνίες και γύρισε στο Οριό. Εκεί συνέλαβε έντεκα χωρικούς και μοναχούς και τον ηγούμενο της Μονής Καταρράκτου Παΐσιο, γιατί τροφοδότησαν πλοιάριο ανταρτικό, δηλαδή Ελληνικό. Τέτοιο ήταν το μίσος του Τούρκου δυνάστη ώστε αφού ανασκολόπισε τον ηγούμενο και άλλους χωρικούς, τραβούσε ένα γέροντα μοναχό ο οποίος κρατούσε τον σκόλοπα και έπεφτε συνεχώς από τον φόβο την αδυναμία και τα γηρατιά έως ότου φτάσει η ώρα της εκτέλεσης. Πριν την εκτέλεση του γέροντα μοναχού έφτασε μήνυμα στον Ομέρ Μπέη από τον Ομέρ Βρυώνη, που τον καλούσε στην Χαλκίδα, οι Τούρκοι πυροβόλησαν σταμάτησαν τις εκτελέσεις, έκαναν τον γέροντα μοναχό ηγούμενο, και έφυγαν από το Οριό.

            Σε  μάχη κοντά στο χωριό Παλαιοχώρι οι Κυμαίοι με άλλους επαναστάτες νίκησαν τους Τούρκους, αλλά σκοτώθηκε ο αρχηγός τους Γεώργιος Ιωάννου Παπάς και ο στρατός διαλύθηκε.

            Τον Αύγουστο του 1821 ο επίσκοπος Καρύστου Νεόφυτος μαζί με τους Στουραΐτες δημογέροντες Θεόδωρο Καζάνη και Άγγελο Κεντιστό, ξεκίνησαν την επανάσταση στην Κάρυστο και την γύρω περιοχή. Πράγματι ο Δεσπότης Νεόφυτος που ήταν εξόριστος στις Κυκλάδες στρατολόγησε 400 νησιώτες και 500 ντόπιους, μίσθωσε πλοία και τους αποβίβασε στα Στύρα. Ο Ομέρ Μπέης με τους Τούρκους της Καρύστου επιτέθηκε στους δικούς μας έξω από τα Στύρα και τους αποδεκάτισε. 

            Μετά το θάνατο του Αγγελή Γοβιού, το βάρος του αγώνα στην Εύβοια έπεσε στον Νικόλαο Κριεζώτη, από το χωριό Βύρα κοντά στα Στύρα. Ο Κριεζώτης διακρίθηκε σε πολλές μάχες και ιδιαίτερα στις 23/3/1923 στο Διακόφτι απέκρουσε τους Τούρκους του Ομέρ Μπέη και στις 6/5/1823 στο Βατίσι, όπου ο Ομέρ Μπέης μόλις κατόρθωσε να διασωθεί. Το 1823 και το 1824 πολιόρκησε την Κάρυστο και επίσης το 1824 πολιόρκησε την Χαλκίδα μαζί με τον Οδησσέα Ανδρούτσο. Επίσης ανεφοδίασε τη φρουρά της Ακρόπολης που πολιορκούσε ο Κιουταχής, και έλαβε μέρος στη μάχη της Πέτρας και στην τελευταία μάχη της Εύβοιας τον Ιούνιο του 1829 στον Ανηφορίτη.

          Τέλος Δεκεμβρίου του 1821 και αρχές Ιανουαρίου 1822 φθάνουν στα Στύρα ο Κριεζώτης, ο Βάσος (που μετά το θάνατο του Γ. Παπά είχε αναλάβει την αρχηγία των Κυμαίων), οι Μανιάτες του Ηλία Μαυρομιχάλη και του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, και μαζί η αιώνια κατάρα της φυλής «η διχόνοια η δολερή».

         Ο Δεσπότης και ο Άρειος Πάγος, παραπλανούν τον Οδησσέα, ο Ηλίας Μαυρομιχάλης στέλνει μήνυμα στον Βάσο να συναντηθούν αλλά δεν συναντήθηκαν, ο Κριεζώτης φωνάζει ένα απόσπασμα να πιάσουν το Διακόφτι αλλά δεν εισακούγεται. Τελικά στις 12 Ιανουαρίου του 1822 μετά από προδοσία ο Ομέρ αιφνιδίασε το Ηλία Μαυρομιχάλη στους Ανεμόμυλους. Οι 300 Μανιάτες φεύγουν προς τη θάλασσα και ο Ηλίας μαζί με 8-9 παλικάρια προτίμησε τον μαρτυρικό θάνατο προκειμένου να δώσει την ευκαιρία στους υπόλοιπους πατριώτες να γλυτώσουν από την μανία των Τούρκων.
          Στις 15 Ιανουαρίου του 1822 οι αρχηγοί Οδυσσέας Ανδρούτσος, Κυριακούλης Μαυρομιχάλης, Νικόλαος Κριεζώτης και ο Βάσος Μαυροβουνιώτης με 1500 παλικάρια καταλαμβάνουν τα Στύρα και στη συνέχεια πολιορκούν την Κάρυστο. Και ενώ η κατάληψη της Καρύστου είναι θέμα χρόνου, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος για άγνωστο μέχρι τώρα λόγο, έλυσε την πολιορκία, διέταξε το στρατό του να πάει στα Βρυσάκια και ο ίδιος έφυγε για την Αθήνα.

         Στην Εύβοια έγιναν πολλές μάχες μικρές και μεγάλες σε διάφορα μέρη, αξίζει τον κόπο να τα αναφέρουμε:
Ξηροχώρι, Λιχάδα, Αρτεμήσι, Βρωμούσα, Κοπανάς, Ψαχνά, Βρυσάκια, Παγόντας, Βατόντας, Δυοβουνά, Κοτρόνι, Κουτουρλομετόχι, Κύμη, Κήποι, Καστροβαλά, Λόκα, Παλαιοχώρι, Σωληνάρι, Αλιβέρι, Στύρα, Διακόφτι, Βατίσι, Καραίοι, Λυκόρρεμα, Κάρυστος, Καφυρέας και Ανηφορίτης.

         Από το 1821 έως το 1829  δόθηκαν πολλές μάχες και θυσιάστηκαν πολλοί Ευβοιώτες όμως η Εύβοια δεν μπόρεσε να ελευθερωθεί από τον Τούρκο δυνάστη.

          Αυτό έγινε μέσω της διπλωματικής οδού, με το πρωτόκολλο που υπογράφτηκε από τις τρεις Προστάτιδες Δυνάμεις, Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία στο Λονδίνο στις 3 Φεβρουαρίου του 1830, και το οποίο αναγκάστηκε να αποδεχτεί ο Σουλτάνος με το φιρμάνι του εξέδωσε στις 13 Ιουνίου του 1830.

         Η απελευθέρωση της Εύβοιας από τα Τουρκικά στρατεύματα δεν έγινε εντούτοις ούτε στις 13 Ιουνίου του 1830, αλλά στις 25 Μαρτίου του 1833, προκειμένου σε αυτό το διάστημα των τριών χρόνων να μπορέσουν οι Τούρκοι να τακτοποιήσουν τις περιουσίες τους, που είχαν αρπάξει από τους Έλληνες, επειδή με την αβάσταχτη φορολόγηση που είχαν επιβάλει, οι δικοί μας δεν είχαν τη δυνατότητα να πληρώσουν τον κεφαλικό φόρο.

         Τελικά ο κυβερνητικός επίτροπος Ιάκωβος Ρίζος Νερουλός, παρέλαβε τα κλειδιά του κάστρου της Χαλκίδας και την Εύβοια στις 25-3-1833, και λίγες μέρες αργότερα ο επίσης κυβερνητικός επίτροπος Δημήτριος Δούκας παράλαβε την Κάρυστο.

         Ο πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδας Ιωάννης Καποδίστριας έδωσε μεγάλη μάχη για να καταφέρει να συμπεριλάβει και την Εύβοια στο νεοσύστατο Ελληνικό Κράτος. Κάποιοι από τους εκπροσώπους των μεγάλων δυνάμεων πρότειναν να δοθεί η Σάμος αντί για την Εύβοια με ανταλλαγή πληθυσμών. Οι Τούρκοι πρότειναν τα Δωδεκάννησα αντί για την Εύβοια. Η δε εκκλησία λόγω της μεγάλης περιουσίας που είχε στην Εύβοια πρότεινε να ανταλλαγεί η Εύβοια με την Ακαρνανία, η οποία όμως είχε ήδη συμπεριληφθεί στην Ελλάδα από τους οροθέτες. Ο Καποδίστριας τελικά κατάφερε με το κύρος του, την διεθνή του εμπειρία και την οξυδέρκειά του να συμπεριληφθεί και η Εύβοια στο νεοσύστατο Ελληνικό Κράτος. Και δεν κατάφερε μόνο αυτό, αλλά κατάφερε να διώξει τους Τούρκους κατοίκους από το νεοσύστατο Ελληνικό Κράτος, χωρίς να γίνει ανταλλαγή πληθυσμών. Κάτι το οποίο συνέβει μόνο αυτή την φορά, γιατί στις άλλες δύσκολες περιπέτειες με τους Τούρκους, δηλαδή με την Μικρασιατική καταστροφή και με την καταστροφή της Κύπρου είχαμε δυστυχώς και  ανταλλαγή πληθυσμών.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου